Κήρυγμα τοῦ Π. Πέτρου, 27.08.23, Ὁ Πλούσιος Νεανίας (Ματθ. 19,16-26)
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ περιγράφεται ὡς πῦρ (Ἰερ. 23,29) ἢ ὡς λύχνος ποὺ φωτίζει τὴν ὁδό μας (Ψαλμ. 118,105). Ἀλλὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ περιγράφηκε ἀπὸ τὸν ἀπ. Παῦλο καὶ ὡς «μάχαιρα δίστομος» (Ἑβρ. 4,12), ἡ ὁποία διατέμνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀφαιρεῖ ὅλα τὰ κρύφια της. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς λέει στὸ Εὐαγγέλιό Του: «οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10,34), καὶ «πῦρ ἦλθον βαλεῖν ἐπὶ τὴν γῆν» (Λουκ. 12,49). Αὐτὸ ἀκριβῶς βλέπουμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ἀδελφοί μου. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἔφερε μεγάλη κρίση γιὰ ὅλους τοὺς γύρω Του. Ἕνας πλούσιος νεανίας πλησίασε τὸν Κύριο, καὶ συγκινημένος ἀπὸ τὴν παρουσία καὶ τὴν ἁγιότητά Του, Τοῦ ἔθεσε τὸ πιὸ σημαντικὸ ἐρώτημα στὴ ζωή μας: «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον;». Τότε ὁ Κύριος ἀγάπησε τὸν νέον αὐτόν, ὅπως καταγράφεται...